- ενδοκρινολόγος
- οεπιστήμονας ειδικός στην ενδοκρινολογία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ενδοκρινολόγος — ο, η επιστήμονας ειδικός στην ενδοκρινολογία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
-λόγος — (AM λόγος) β συνθετικό πολλών παροξύτονων ονομάτων και επιθέτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που δηλώνουν αυτόν που λέει ό,τι δηλώνει το α συνθετικό (αισχρολόγος «αυτός που μιλάει αισχρά», ευφυολόγος «αυτός που λέει έξυπνα αστεία») ή αυτόν που … Dictionary of Greek